Θοδωρής Γεωργακόπουλος

Πριν από λίγες ημέρες το ετήσιο συνέδριο του Κινεζικού Κοινοβουλίου ενέκρινε κάποιες στημαντικές αλλαγές στο Σύνταγμα της χώρας. Η σημαντικότερη και αυτή που
συζητήθηκε περισσότερο, ήταν η αφαίρεση από το Σύνταγμα του ορίου των δύο θητειών για τον Πρόεδρο της χώρας, έναν περιορισμό που ισχύει από τη δεκαετία του ’90. Χάρη σ’ αυτή τη μεταρρύθμιση, ο 64χρονος Σι Τζινπίνγκ θα μπορέσει να παραμείνει Πρόεδρος και μετά το 2023, που λήγει και η δεύτερη θητεία του, αν το θέλει.
Αλλά αυτή είναι μόνο η επιφάνεια της υπόθεσης. Κατά την πρώτη θητεία του, ο Σι Τζινπίγνκ έχει κατορθώσει να συγκεντρώσει στο πρόσωπό του εξουσίες και ισχύ που για τους άλλους πρόσφατους Προέδρους ήταν αδιανόητες. Σύμφωνα με κάποιους, η πολυσυζητημένη εκστρατεία του κατά της διαφθοράς είχε ως παραπροϊόν και την απομάκρυνση πιθανών αντιπάλων του από το κόμμα. Παράλληλα η χώρα έχει αρχίσει να αναπτύσσει το πιο προηγμένο σύστημα ηλεκτρονικής ψηφιακής παρακολούθησης, ελέγχου και αξιολόγησης πολιτών στον κόσμο, σε συνεργασία με μεγάλες ιδιωτικές Κινεζικές εταιρείες όπως η Alibaba και η Tencent.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι όλες αυτές οι εξελίξεις έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: Την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από το κόμμα και την μετάθεσή τους στο κράτος. Η
μάχη κατά της διαφθοράς θα διεξάγεται πλέον από την επίσημη κρατική δικαιοσύνη και όχι από τα όργανα του κόμματος. Το σύστημα παρακολούθησης και αξιολόγησης των
πολιτών είναι ένα πρόγραμμα υπό κρατικό έλεγχο και συντονισμό, που υλοποιείται από ιδιωτικές εταιρείες -παλιά αυτή τη δουλειά (με πιο “αναλογικές” μεθόδους, για να το
θέσω κομψά) την έκαναν όργανα του κράτους. Η ίδια η κατάργηση του ορίου θητειών έχει αντίστοιχο χαρακτήρα. Ο Σι Τζινπίνγκ θα μπορούσε να συνεχίσει να κυβερνά πρακτικά και μετά τη λήξη της δεύτερης θητείας του, παραμένοντας Γενικός Γραμματέας του Κόμματος, κάτι που δεν είναι ασυνήθιστο στην Κίνα. Με το να δίνει θεσμική προτεραιότητα στο ρόλο του Προέδρου, ο Σι Τζινπίνγκ ουσιαστικά περιορίζει τη βαρύτητα του κομματικού χαρακτήρα της ηγεσίας.
Βεβαίως, η Κίνα παραμένει μια ανελεύθερη χώρα. Άλλο κόμμα πλην του Κομμουνιστικού δεν υπάρχει. Το Google και το Facebook (και το Skype, και το Twitter και το YouTube
και το Instagram και ένα σωρό άλλα) είναι “κλειδωμένα”. Συνδρομητές του Economist στην Κίνα δεν βρήκαν το ρεπορτάζ για το ετήσιο συνέδριο του Κινεζικού Κοινοβουλίου
στο τελευταίο φύλλο γιατί ο λογοκριτής είχε σκίσει τις επίμαχες σελίδες. Το προηγούμενο φύλλο, που είχε τον Σι Τζινπίνγκ στο εξώφυλλο, δεν το έλαβαν ποτέ. Η προπαγάνδα
είναι διαρκής και όλο και πιο αποτελεσματική: Το πιο επιτυχημένο ντοκιμαντέρ στην ιστορία του Κινεζικού κινηματογράφου είναι το “Εκπληκτική Κίνα”, ένας 90λεπτος ύμνος
για τον Σι Τζινπινγκ, που παίζεται αυτή την εποχή στους κινηματογράφους. Παρ’ όλο που στα Κινέζικα κοινωνικά δίκτυα μια ήπια μορφή αντίστασης υπάρχει (τα δημοφιλέστερα memes είναι αυτά που παρομοιάζουν τον Σι Τζινπίνγκ με τον Γουίνι το αρκουδάκι), η αστυνόμευση είναι ανελέητη και η επίσημη προπαγάνδα είναι έντονη (αν και δεν θυμίζει ακόμα τις εποχές που το καθεστώς περιέφερε ένα καλάθι με φρούτα που κάποιος είχε χαρίσει στον Μάο Τσε Τουνγκ ανά την επικράτεια και ο κόσμος τα προσκύναγε). Μια άλλη προσθήκη στο Σύνταγμα της χώρας που αποφασίστηκε τις προάλλες από το Κοινοβούλιο: το κείμενο “Η Σκέψη του Σι Τζινπίνγκ για τον Σοσιαλισμό με Κινεζικά Χαρακτηριστικά για μια Νέα Εποχή”.
Όταν, όμως, περπατάς στους δρόμους μιας κινέζικης πόλης, τίποτε από αυτά δεν είναι εμφανές. Όπως έχω ξαναγράψειμια κινέζικη μεγαλούπολη σήμερα μοιάζει πάρα πολύ με μια οποιαδήποτε δυτική μεγαλούπολη, απλά με καλύτερες, πιο καινούριες υποδομές.
Κι εδώ είναι η ουσία του θέματος. Για να μπορέσει να συνεχίσει να αναπτύσσεται στο μέλλον, η Κίνα θα χρειαστεί ισχυρούς θεσμούς με επαρκή ευελιξία και νομιμοποίηση. Το
ότι πλέον θα διαθέτει τη μεγαλύτερη μεσαία τάξη του κόσμου συνεπάγεται ότι θα αντιμετωπίσει και τη μεγαλύτερη “παγίδα της μεσαίας τάξης” του κόσμου. Σύμφωνα με τις πιο πειστικές αναλύσεις που έχω διαβάσει, αυτό φαίνεται να προσπαθεί να κάνει ο Σι Τζινπίνγκ: όχι τόσο να κατοχυρώσει μια αυταρχική εξουσία σαν αυτή που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σε πάμπτωχες μπανανίες (Κούβες, Βενεζουέλες, ή και την Κίνα του Μάο) αλλά να εφεύρει ένα καινούριο μοντέλο. Βλέπετε, στην μεταβιομηχανική εποχή οι μόνες χώρες που ξέρουν να διαχειριστούν την οικονομική ανάπτυξη με δίκαιο και βιώσιμο τρόπο είναι φιλελεύθερες δημοκρατίες (και ειδικού τύπου εξαιρέσεις, όπως η Σιγκαπούρη).
Τώρα η Κίνα καλείται να πετύχει εκεί που πέτυχαν οι ΗΠΑ, η Ευρώπη, ο Καναδάς και άλλες μεγάλες δημοκρατίες, χωρίς να είναι δημοκρατία. Αν τα καταφέρει, θα μπορέσει να
εξασφαλίσει ευημερία για τους πολίτες και έναν κυρίαρχο ρόλο για τη χώρα του στα παγκόσμια πράγματα. Τότε, όμως, θα έχει κάνει και κάτι άλλο: θα έχει αποδείξει ότι
στην εποχή μας, η ελευθερία δεν είναι εντελώς απαραίτητο συστατικό της ευημερίας. Κι αυτό, σε έναν κόσμο γεμάτο πολύ ορεξάτους Τραμπ, Όρμπαν, Πούτιν και Ερντογάν (για να μην προχωρήσουμε σε ελληνικά ονόματα) μπορεί να είναι ένα πολύ επικίνδυνο μήνυμα.

(δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Καθημερινή φ. 16.03.2018 )