της Liah Greenfeld/ The Project Syndicate

Οι αντι-ιαπωνικές διαμαρτυρίες που συγκλονίζουν την Κίνα είναι άλλη μία ένδειξη της ανόδου ενός ισχυρού κινεζικού εθνικισμού. Μετά από έναν αιώνα όπου σιγόκαιγε ανάμεσα σε Κινέζους διανοουμένους, ο εθνικισμός αιχμαλωτίζει και αναδιαμορφώνει την συνείδηση του κινεζικού λαού στη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών της οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας.
Αυτή η μαζική εθνική συνείδηση στέλνει τον κινεζικό κολοσσό στον παγκόσμιο ανταγωνισμό για να επιτύχει ένα διεθνές κύρος ανάλογο με τις τεράστιες δυνατότητες της χώρας, και ανάλογο με την ιδέα που έχει ο κινεζικός λαός για τη θέση που δικαιωματικά αξίζει στη χώρα του.
Η Κίνα έχει αναδυθεί με τρόπο γρήγορο, εμφανή και αναπόφευκτο. Η εποχή μας μάλλον θα μείνει στη μνήμη σαν η περίοδος όπου γεννήθηκε μια νέα παγκόσμια τάξη, με την Κίνα στο τιμόνι.
Η ανταγωνιστική εθνική συνείδηση - η συνείδηση ότι η ατομική αξιοπρέπεια ενός εκάστου συνδέεται άρρηκτα με το κύρος ολόκληρου του «λαού» - άρχισε να διαμορφώνεται στην Κίνα ήδη από την περίοδο 1895-1905.
Το 1895, η Κίνα ηττήθηκε από την Ιαπωνία, από έναν μικροσκοπικό εχθρό τον οποίον οι Κινέζοι αποκαλούσαν περιφρονητικά «γουά» (νάνο). Η Κίνα ήταν ήδη συνηθισμένη στις ληστρικές δυτικές δυνάμεις που μάλωναν για τον πλούτο της, αλλά η ήττα από την Ιαπωνία, από έναν κόκκο σκόνης στην πίσω αυλή της, γκρέμισε την αυτοπεποίθησή της: ήταν ένα ισχυρό σοκ και μια αφόρητη ταπείνωση για τους Κινέζους.
Ετσι, η Ιαπωνία έγινε ο σημαντικός «άλλος» για την Κίνα, ένα μοντέλο που το μιμήθηκε αλλά και ένα αντι-μοντέλο που το μισεί. Ο κινεζικός εθνικισμός δανείστηκε από την Ιαπωνία την σύλληψη για το έθνος, ακόμη και την ίδια την λέξη μέσω της οποίας εκφράζεται (κουομίνγκ, από την ιαπωνική κοκουμίν). Το Κουομιντάνγκ (το Κινεζικό Εθνικιστικό Κίνημα) ήταν σαφώς εμπνευσμένο από την Ιαπωνία και σφυρηλατήθηκε από τις επανειλημμένες ιαπωνικές επιθέσεις.
Κατά παράδοξο, αλλά όχι απρόσμενο τρόπο, ο αγώνας του Μάο κατά του Κουομιντάνγκ εμπνεόταν και από αντι-ιαπωνικό εθνικισμό. Οπως συνέβη σχεδόν παντού, ο κομμουνισμός στην Κίνα ήταν ενσάρκωση του εθνικισμού.
Οπως στη Γερμανία στη δεκαετία του 1840, όταν η άνοδος των ιδιωτικών επιχειρήσεων έστρεψε ολόκληρη την μεσαία τάξη προς τον εθνικισμό, έτσι και τώρα, η ρητή σύνδεση της οικονομικής ισχύος με το μεγαλείο της Κίνας έχει στρέψει τους Κινέζους προς τον εθνικισμό.
Εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζοι είναι πρόθυμοι να συνεισφέρουν σε αυτή την αξιοπρέπεια του έθνους, και να την υπερασπιστούν από κάθε προσβολή.
Ο ανταγωνισμός για κύρος, ακόμη και όταν η διαμάχη είναι οικονομικής φύσεως, δεν είναι μια εντελώς ορθολογική επιχείρηση. Δεν είναι περίεργο που έρχονται στην επιφάνεια παλιές πληγές.
Κάποιοι Κινέζοι, ιδίως εκείνοι που δεν είναι οικονομικώς επιτυχημένοι, μιλάνε με πικρία για την παλιά λεηλασία της χώρας από τους Ιάπωνες, παρά το γεγονός ότι η Κίνα έχει αγκαλιάσει τον καπιταλισμό και τις ιαπωνικές επενδύσεις. Οπως μου είπε πρόσφατα ένας καθηγητής στο Πεκίνο, «Δύο στους 10 Κινέζους αντιπαθούν τις ΗΠΑ, αλλά εννέα στους 10 μισούν την Ιαπωνία».
Η Κίνα και η Ιαπωνία δεν είναι κράτη-παρίες. Και αν οι διαμάχες τους δεν οδηγήσουν στη χρήση μη συμβατικών όπλων, μπορούμε να θεωρήσουμε την εθνικιστική αντιζηλία για τις διαφιλονικούμενες νησίδες σαν μια εσωτερική, ασιατική διένεξη.
Αλλά η Δύση - και ιδίως οι ΗΠΑ - δεν έχει εμπειρία από παιχνίδια αξιοπρέπειας α λα κινεζικά. Αν παρασυρθεί και επιχειρήσει να την υποβαθμίσει, η Δύση μπορεί να γίνει ο επόμενος στόχος της εθνικιστικής δυσαρέσκειας των Κινέζων.

* Η Λάια Γκρίνφελντ είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας, Πολιτικών Επιστημών και Ανθρωπολογίας στο πανεπιστήμιο της Βοστώνης.
 
(ελληνική μετάφραση ΤΟ ΒΗΜΑ, 26/09/2012)