Από τον Κωνσταντίνο Ματσούκα

...Το γνώρισμα του ανεκτικού ανθρώπου / είναι ότι απ' τις ιδέες του έχει απαλλαγεί. / Ξάστερος σαν τον ουρανό, / χύνεται μες στο καθετί σαν φεγγαρόφωτο./
Αμετακίνητος σαν βουνοκορφή, / ευλύγιστος σαν ανεμόδαρτο δεντρί,
δεν έχει προορισμό κανέναν/ και καταφεύγει σ' οτιδήποτε / η ζωή φέρνει στο δρόμο του τυχαία.
Το Τάο Τε Τσινγκ, μαζί με το Κόκκινο Βιβλιαράκι του Μάο και τα Ανάλεκτα του Κομφούκιου, είναι από τα τρία πιο πολυδιαβασμένα κείμενα στην αχανή Κίνα, και όχι μόνον εκεί. (Στην επιλογή βιβλιογραφίας αριθμούνται εννέα διαφορετικές αγγλόφωνες εκδόσεις από το 1992 μέχρι σήμερα).

Πρόκειται για βιβλίο «ιερό», ύστατο δώρο μιας προσωπικότητας τόσο ιστορικής όσο και μυθικής: ο συγγραφέας του συνελήφθη μια βραδιά όταν η μητέρα του έμεινε να κοιτάζει μαγεμένη έναν διάττοντα που έπεφτε στη γη. Η εγκυμοσύνη διήρκεσε 62 χρόνια (!!) και το νέο βρέφος γεννήθηκε (604 π.Χ.) με άσπρα μαλλιά και την ικανότητα να μιλάει βαθυστόχαστα. «Λάο Τσε» είναι το παρωνύμιο που του δόθηκε και σημαίνει «το Γεροντόπαιδο».
Το Ταό, τέχνη, μέθοδος και πρώτη αρχή συνάμα, θεωρείται ακατονόμαστο και αγέννητο αφ' εαυτού και προσομοιάζεται με σκοτεινή πηγή, «πηγάδι που η χρήση δεν το στερεύει». Είναι ο γεννήτορας όλων των αντιθέσεων, απ' όπου εκπορεύονται η σοφή απραξία, η διδακτική σιωπή, η ανοχή, ο εναγκαλισμός του εφήμερου... «Στρογγυλεύει τις γωνίες / ξεδένει τους κόμπους / μαλακώνει τη λάμψη / χωνεύεται με τη σκόνη». Η έννοια της μη δράσης (Βου Βέι), απολύτως κεντρική στο Ταό, έχει ως βασικό δόγμα της ότι η δύναμη κατατροπώνεται από μόνη της. Ως εμβληματικά του σύμβολα το Ταό αναδέχεται το νερό, το σκοτάδι, την κοιλάδα, το μωρό, το θηλυκό. Είναι η τέχνη των αποστάσεων από τα πράγματα, η τέχνη τού να ακολουθεί κανείς τη φυσιολογική τους πορεία. «Ενα ρεύμα που, αν αφεθώ σ' αυτό, θα με πάει παντού και αν του εναντιωθώ θα μ' εκμηδενίσει».
Χαρακτηριστικά, οι κινέζοι στοχαστές, ανεξαρτήτως σχολής, δεν επιδίωξαν ν' αναζητήσουν ό,τι μένει αμετάβλητο στα πράγματα, την ουσία τους, θεωρώντας, αντιθέτως, ως μόνη σταθερότητα του κόσμου τις μεταβολές του. Ο Κομφουκιανισμός, το αντίπαλον δέος του Ταοϊσμού, εφαρμόζει αυτή την προσέγγιση στις ανθρώπινες σχέσεις και καταλήγει ότι ο άνθρωπος υπάρχει μόνο απ' τη στιγμή που υπεισέρχεται στη σχέση με τον άλλον. Εστιάζει, ως εκ τούτου, στην οικογένεια, στη βαθιά δέσμευση του ατόμου στην ηθική και στη συστηματική μελέτη των αρχαίων κειμένων.
Ο Κομφουκιανισμός αποσκοπεί στο να δώσει στον άνθρωπο την ευκαιρία να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά που θα τον κάνουν να πλησιάσει κατά το δυνατόν το ιδανικό μέλος της κοινωνίας: δίκαιο, τίμιο, αξιοπρεπή, με χαρακτηριστικά την πίστη, την αφοσίωση και το μέτρο.
Ο δρόμος του Ταό επαγγέλλεται την πνευματική πληρότητα, μάλλον, παρά την ευτυχή κοινωνικοποίηση. «Απ' το να κάνω την πρώτη κίνηση, / καλύτερα να καμωθώ τον επισκέπτη. / Απ' το να προχωρήσω έναν πόντο,/ καλύτερα να υποχωρήσω ένα βήμα». Μεταφρασμένη στο πεδίο των κοινωνικών σχέσεων, η αρχή της μη-δράσης του Ταό ενσαρκώνεται στη στρατηγική του επιτραπέζιου παιχνιδιού γκο, αντίστοιχο του δικού μας σκακιού. Εδώ, το κύριο μέλημα είναι να κερδίσει κανείς τον μεγαλύτερο δυνατό ζωτικό χώρο για τον εαυτό του, όχι συντρίβοντας τον αντίπαλο αλλά περιορίζοντάς τον ολοένα και περισσότερο. Οπωσδήποτε, η αναχωρητικότητα και η μυστικοπάθεια του Ταοϊσμού έκαναν τις σχέσεις του με τον, ιστορικά σύγχρονό του Κομφουκιανισμό όχι πάντα αγαστές.
Εύλογη, οπωσδήποτε, η αμοιβαία γοητεία που ασκούν μεταξύ τους ο κινεζικός και ο ελληνικός πολιτισμός μέσα από τις σποραδικές ή τυχαίες συναντήσεις τους ανά τους αιώνες. Ο Ιησουίτης μοναχός Matteo Ricci πρωτοστάτησε τον 16ο αιώνα στην επίσημη γνωριμία της ελληνικής διανόησης με την κινεζική μέσα από μεταφράσεις έργων του Αριστοτέλη καθώς και των Στοιχείων Γεωμετρίας του Ευκλείδη. Εικάζεται πάντως πως ανταλλαγές υπήρξαν από πολύ παλιότερα.
Στην εισαγωγή τους της παρούσης έκδοσης οι μεταφραστές αναφέρονται σε αποσπάσματα των Προσωκρατικών, που παραπέμπουν απ' ευθείας στον ανατολίτη ομοτράπεζό τους, Λάο Τσε, ιδιαίτερα του Ηράκλειτου. («Η κρυμμένη αρμονία είναι ισχυρότερη από τη φανερή».) Μέσα στο ίδιο πνεύμα, ας αναφερθεί πως στον Τίμαιο του Πλάτωνα, και μόνον εκεί, γίνεται λόγος για έναν τρίτο όρο της ύπαρξης ανάμεσα στο ον και το μη ον, εξαιρετικά δυσδιάκριτο, αεικίνητο και «σκανδαλώδη» στον βαθμό που, ενώ τα πάντα εκπορεύονται από αυτόν, ο ίδιος παραμένει απρόσβλητος στη φιλοσοφική ενόραση. Ονομάζεται, απλώς, «χώρα».
Πέρα από παρόμοιους κοινούς τόπους στη μεταφυσική σύλληψη, το ελληνικό αγωνιστικό και ανταγωνιστικό πνεύμα υφίσταται, φυσικά, σε αντίθεση με το κινεζικό αίσθημα συνδιαλλαγής, αποφυγής αντιπαράθεσης. Η ελληνική φιλοσοφία υπήρξε μια συνεχής συζήτηση για το ιδανικό πολιτικό σύστημα, ενώ η κινεζική έχει ως στόχο των αναζητήσεών της μία καλοπροαίρετη και σοφή μοναρχία.
Εναν παραστατικό χαρακτηρισμό της διαφορετικότητας στην προσέγγιση του ελληνικού και του κινεζικού πνεύματος μας δίνει ο σινολόγος Leon Vandermeersch: «Αν η ελληνική σκέψη είχε τα χαρακτηριστικά του κεραμέως, που επεξεργάζεται τον πηλό, πρώτα για να τον κάνει απολύτως εύπλαστο και κατόπιν για να του δώσει τη μορφή που ταιριάζει στην πνευματική του σύλληψη, η κινεζική σκέψη χαρακτηριζόταν από το πνεύμα του αδαμαντοκόπτη. Αυτού δηλαδή που δοκιμάζει πρώτα την αντίσταση του νεφρίτη, και ασκεί όλη του την τέχνη για να αφαιρέσει μέρη της πρώτης ύλης, προκειμένου να ελευθερώσει απ' αυτήν τη μορφή που υπήρχε παλιότερα και την οποία κανείς δεν συνειδητοποιούσε πριν την αποκαλύψει».
* Με ευχαριστίες για τις πληροφορίες στον Μάνο Μεγαλοκονόμο, πρέσβη της Ελλάδος στην Κίνα τα έτη 1986-1990.

Λάο Τσε
Τάο Τε Τσινγκ
εισαγ., απόδοση: Μαίρη Μεταξά-Παξινού, Δημήτρης Χουλιαράκης
εκδόσεις Μελάνι, σ. 179, ευρώ 13,06

(Ελευθεροτυπία Βιβλιοθήκη, Παρασκευή 23 Απριλίου 2010)